tvsantorini.gr
ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΝΕΑΕΛΛΑΔΑΟΙΚΟΝΟΜΙΑΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Η Ελλάδα στην προτελευταία θέση της ΕΕ ως προς την αγοραστική δύναμη σύμφωνα με την Eurostat

Κοινοποίηση

Η Αγοραστική Δύναμη στην Ελλάδα: Μια Αξιολόγηση με Τα Δεδομένα της Eurostat

Η Ελλάδα κατατάσσεται στη προτελευταία θέση εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την αγοραστική δύναμη, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που δημοσιοποίησε η Eurostat. Αυτά τα στοιχεία αποκαλύπτουν τις σημαντικές οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη για στρατηγικές ανάπτυξης και υποστήριξης της τοπικής οικονομίας.

Από το ποσοστό του 93% που καταγράφηκε το 2008, η αγοραστική δύναμη μειώθηκε ραγδαία στο 62% το 2020. Ωστόσο, από τότε, υπήρξε μια μικρή, σταδιακή άνοδος στο 70%. Αυτό δείχνει ότι, παρά τις προσπάθειες ανάκαμψης, η αγοραστική δύναμη των πολιτών παραμένει σημαντικά χαμηλότερη σε σύγκριση με τα επίπεδα πριν την κρίση χρέους.

Ειδικότερα για το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν

Η Eurostat δημοσίευσε πρόσφατα τα στοιχεία για το κατά κεφαλήν Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) για το 2024, προσαρμοσμένο σε ισοδύναμες μονάδες αγοραστικής δύναμης. Ο δείκτης αυτός, ο οποίος λαμβάνει υπόψη το επίπεδο εισοδήματος και το κόστος ζωής, δείχνει ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας για το 2024 διαμορφώνεται στο 70% του μέσου όρου της ΕΕ, σημειώνοντας μια απότομη πτώση από το 93% το 2008.

Αξιοσημείωτο είναι ότι οι Έλληνες πολίτες, με 70 μονάδες αγοραστικής δύναμης, έχουν τη δυνατότητα να αγοράσουν μόλις το 70% όσων μπορεί να αγοράσει ο μέσος Ευρωπαίος. Αυτή η κατάσταση είναι ανησυχητική και δείχνει την ανάγκη για ενίσχυση της αγοραστικής ικανότητας των πολιτών μέσω πολιτικών ανάπτυξης που να στοχεύουν σε βιώσιμες λύσεις.

Σύγκριση με άλλες Ευρωπαϊκές Χώρες

Η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει σφοδρό ανταγωνισμό από άλλες χώρες που υπήρξαν επίσης υπό μνημόνια. Για παράδειγμα, η Βουλγαρία έχει δείξει σημαντική πρόοδο, με την αγοραστική της δύναμη να διαμορφώνεται στο 66% του μέσου όρου της ΕΕ το 2024, σε σύγκριση με μόλις 43 μονάδες το 2008. Αντίθετα, η Ελλάδα, αν και έχει αυξήσει την αγοραστική της δύναμη κατά 8 μονάδες από το χαμηλότερο σημείο του 2020, παραμένει 23 μονάδες πίσω από τα προ κρίσης επίπεδα.

Η Κύπρος και η Πορτογαλία έχουν επίσης βελτιώσει τη θέση τους στην αγοραστική δύναμη, με την Κύπρο να φτάνει τις 95 μονάδες το 2024 από 81 το 2014, ενώ η Πορτογαλία αυξήθηκε σε 82 μονάδες. Στον αντίποδα, χώρες όπως η Ιρλανδία και η Ισπανία έχουν δείξει ακόμα μεγαλύτερη ανθεκτικότητα και ανάπτυξη στις αγοραστικές τους δυνατότητες.

Η σύγκριση αυτή καταδεικνύει την αναγκαιότητα για στοχευμένες πολιτικές που θα ενισχύσουν τις συνολικές οικονομικές συνθήκες και θα βοηθήσουν στην ανάκτηση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία.

Συμπερασματικά

Ο δείκτης αγοραστικής δύναμης είναι ένας σημαντικός δείκτης που παρέχει μια σαφή εικόνα της οικονομικής θέσης των πολιτών. Η Ελλάδα, με τη μειωμένη αγοραστική δύναμη και τις συνεχείς προκλήσεις, καλείται να αναζητήσει νέες στρατηγικές για την οικονομική της αναγέννηση και ευημερία. Είναι επιτακτικά αναγκαίο να κατανοήσουμε τις δυναμικές αυτές και να εργαστούμε όλοι για την προοπτική μιας βιώσιμης ανάπτυξης.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

ΕΛΜΕ: «Ελλείψεις και κενά στα σχολεία των Κυκλάδων»

Ευθ. Λέκκας: Απομακρύνθηκε το σενάριο για 6 Ρίχτερ στη Σαντορίνη

praktiki 3

ΕΣΠΑ: Χρηματοδότηση 268,2 εκατ. ευρώ για ανώτερες σχολές επαγγελματικής κατάρτισης

Oμάδα Σύνταξης Β